The Project Gutenberg eBook of Ο Ψυχάρης και το έργο του This ebook is for the use of anyone anywhere in the United States and most other parts of the world at no cost and with almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included with this ebook or online at www.gutenberg.org. If you are not located in the United States, you will have to check the laws of the country where you are located before using this eBook. Title: Ο Ψυχάρης και το έργο του Author: Kostas Phlores Release date: March 9, 2012 [eBook #39085] Language: Greek Credits: Produced by Sophia Canoni *** START OF THE PROJECT GUTENBERG EBOOK Ο ΨΥΧΆΡΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΈΡΓΟ ΤΟΥ *** Produced by Sophia Canoni Note: The tonic system has been changed from polytonic to monotonic. The spelling of the book has not been changed otherwise. Bold words are included in &; words in italics in _. Footnotes have been converted to endnotes. Σημείωση: Το τονικό σύστημα έχει αλλάξει από πολυτονικό σε μονοτονικό. Κατά τα άλλα έχει διατηρηθεί η ορθογραφία του βιβλίου. Λέξεις με έντονους χαρακτήρες περικλείονται σε &, ενώ λέξεις με ιταλικούς χαρακτήρες σε _. Οι υποσημειώσεις των σελίδων έχουν μεταφερθεί στο τέλος του βιβλίου. ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΙΣΤΙΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ — ΑΡΙΘ. 1 Ο ΨΥΧΑΡΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΦΛΩΡΗ ΚΑΪΡΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ I. ΠΟΛΙΤΗ 1916 Ο ΨΥΧΑΡΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ (1) Για να μιλήσει κανείς με κάποια ακρίβεια για το έργο του Ψυχάρη, πρέπει να το χωρίσει σε τρία στο γλωσσολογικό του έργο, στο παναστατικό του έργο, και στο λογοτεχνικό του έργο. Εμείς θα ξεχάσουμε πολύ σύντομα το γλωσσολογικό και παναστατικό του έργο μοναχά, δηλαδή θα ξετάσουμε τον Ψυχάρη σα γλωσσολόγο και σα καινοτόμο ή παναστάτη, ακολουθόντας τη χρονολογική σειρά και του έργου του και των ολίγω γεγονότων της ζωής του που θ' αναφέρω. Ο Γιάννης Ψυχάρης γεννήθηκε στην Οδησσό στα 1854, στις τρεις του Μάη. Είναι χιώτικης καταγωγής, μα από οικογένεια αποκαταστημένη στην Πόλη, όπου πέρασε και τα παιδικά του χρόνια. Παιδί ακόμη άφησε την Πόλη και πήγε ατό Παρίσι για τις σπουδές του. Φοίτησε στα εκεί λύκεια και πάντα είχε και ιδιαίτερο δάσκαλο έλληνα για τα ελληνικά. Ύστερα μαθητής της Σκολής των Ανωτέρω Σπουδών της Σορμπόνας, πέρασε δυο τις πιο δύσκολες εξέτασες που έχουνε στη Γαλλία, τη licence ès-lettres και ύστερα από ένα χρόνο μοναχά την agrégation de grammaire, δηλαδή του κλάδου γλωσσολογίας. Η agrégation είναι μάλιστα διαγωνισμός, δέχονται λίγους, επειδή ορισμένος είναι ο αριθμός από την Κυβέρνηση. Εκείνη τη χρονιά διαγωνιστήκανε διακόσιοι πέντε, δεχτοί γενήκανε μόνο είκοσι εννέα. Τόχουνε και για πολύ σπάνιο να πετύχει κανείς την πρώτη φορά που παρουσιάζεται, και ο Ψυχάρης όχι μόνο πέτυχε, μα κι απ' τους πρώτους βγήκε. Πρέπει να προστέσουμε πως μια και γίνεται κανείς agrégé στη Σορμπόνα, είτε του δίνουνε θέση καθηγητή αμέσως είτε όχι, ο νέος agregé της Σορμπόνας αρχίζει να έχει αμέσως 500 φρ. το μήνα. Τότε στα 1881 νιόβγαλτος agregé ξέδωκε και το πρώτο του βιβλίο, μια μελέτη του μιας κωμωδίας του Λατίνου Τερέντιου, τους Αδελφούς, που και σήμερις ακόμη διδάσκεται στα λύκεια και στο πανεπιστήμιο. Και την ακόλουθη χρονιά παντρεύτηκε με την κόρη του μεγάλου Ερνέστου Ρενάν. Τρία χρόνια ύστερα απ' το πρώτο του βιβλίο, ξέδωκε ένα άλλο τόμο «Essai de phonétique néo-grecque» και την ακόλουθη χρονιά ακόμη ένα «Sur les doublets syntactiques du grec moderne». Και την ίδια χρονιά, δηλαδή στα 1884, διορίστηκε καθηγητής της Ελληνικής γλώσσας στη Σκολή των Ανωτέρω Σπουδών που εδρεύει στη Σορμπόνα. Στο μάθημά του αυτό, που είναι το ανώτερο μάθημα της Ελληνικής γλώσσας μιας ολόκληρης Γαλλίας, ξετάζει και διδάσκει την ιστορία της γλώσσας μας από τον Όμηρο ίσια με τα χρόνια τα δικά μας. Κοντά στο νου αναγκάζεται κάθε τόσο να μελετά έναν ένανε τους τύπους τους αρχαίους, αφού ψάχνει να βρει τι απόγινε κατόπι στη ζωντανή μας γλώσσα ο τάδε ή ο τάδε τύπος, ξετάζει βέβαια και τι θα πει γλώσσα, τι θα πει κοινή, αρχαία, δημοτική λαλιά. Ξένοι πολλοί πηγαίνουν, κάμποσοι απ' αυτούς είναι τώρα καθηγητές σε μεγάλα Πανεπιστήμια της Ευρώπης. Ο Ψυχάρης αν και έγινε γνωστός στον πνεματικό κόσμο της Γαλλίας με την καθηγεσία του και τις μελέτες που προανάφερα, εκείνο όμως που πραματικά τον ανάδειξε είναι η σπουδαία του μελέτη που ξέδωκε στα 1886 με τον τίτλο: «Δοκίμιο νεοελληνικής ιστορικής γραμματικής» σε δύο τόμους, έργο που βραβεύτηκε απ' το Institut de France με το βραβείο Volney, και που δεν μπορεί παρά να μείνει κλασικό στη σπουδή της Ελληνικής γλώσσας. Και ξακολουθόντας τη δράση του και προετοιμάζοντας το μεγάλο του έργο, κατέβηκε τον άλλο χρόνο στην Ελλάδα, επισκέφτηκε τα δυο πνεματικά κέντρα του γένου μας, την Αθήνα και την Πόλη, επισκέφτηκε τη Στερεά, τη Θεσσαλία, τα νησιά, μικρά και μεγάλα και σα γύρισε πίσω, έγραψε στα 1888 το περίφημο «Ταξίδι του» και τόστειλε στην Ελλάδα για να της φέρει το μεγάλο ξύπνημα το πνεματικό. Εκείνο τον καιρό, δηλαδή στα 1888 και πριν, ο ελληνικός κόσμος δεν έβλεπε την πραματικότητα. Σειρά από ουτοπίες ήταν όλη η ιδεολογία του. Η ζωή και η εξέλιξη, μ' άλλα λόγια αυτή η πραματικότητα, γι' αυτούς δεν ήταν τίποτε, και γι' αυτό είχαν τότε, και είναι δυστύχημα που έχουμε ακόμη, λαϊκή μόρφωση πρωτόγονη, ανώτερη παιδεία μεσαιωνική, χαραχτήρα ασταθή και με κανένα πρόγραμμα, και όργανο κάθε πνεματικής εκδήλωσης την καθαρεύουσα, ποτισμένη με την περιφρόνηση για τα ζωντανά εθνικά στοιχεία και με την αρχαιομανία. Πρέπει, φωνάζανε, να μάθουν όλοι οι Έλληνες την καθαρεύουσα για να κρατήσουμε την ενότητά μας με τους αρχαίους, πρέπει και μ' αυτό το μέσο να δείξουμε στον κόσμο πως πραματικά παιδιά των αρχαίων είμαστε. Νά λοιπόν κ' η πιο μεγάλη τους ουτοπία. Και με αυτήν την πεποίθηση, ριζομένη στης ψυχής τους το βάθος, προσπαθούσανε να σταματήσουν την εξέλιξη και να δημιουργήσουνε φιλολογία σε γλώσσα που αυτοί της όριζαν στο χαρτί τους νόμους της και το λεξικό της. Τα σκολεία, η εκκλησία, τα βιβλία, οι φημερίδες, τους βοηθήσανε πολύ και καταφέρανε μ' αυτά ν' αποναρκώσουνε τον κόσμο και να τον κάμουνε να πιστέψει πως πραματικά η γλώσσα που μιλεί είναι πρόστυχη γλώσσα, γλώσσα χαλασμένη, γλώσσα που δεν του δίνει πια δικαίωμα στην αρχαία αθανασία. Τ' αποτελέσματα τα είπαμε, ούτε παιδεία μας έδοσαν, ούτε φιλολογία, ούτε και πραχτικά εφόδια αρκετά για τη βιοπάλη. Δεν ξετάζω τις αιτίες που δημιούργησαν τη μεσαιωνική αυτή κατάσταση στα σημερνά μας χρόνια. Οι αιτίες αυτές που είναι κοινωνιολογικές ξετάστηκαν από άλλους. Μέσα σ' αυτό λοιπόν το πνεματικό απονάρκωμα, μέσα σ' αυτό το χάος που δημιούργησε ο δασκαλισμός, παρουσιάστηκε ο Ψυχάρης και κήρυξε πως είναι ψέμμα πως η γλώσσα που μιλούμε, που μιλά ένα ολόκληρο έθνος, είναι γλώσσα χαλασμένη, ψέμμα πως η δημοτική, η γλώσσα που βρίσκουμε στα δημοτικά μας τραγούδια, μας αποχωρίζει για πάντα από τους αρχαίους, ψέμμα πως δεν έχουμε μια γλώσσα κοινή, που όλοι οι έλληνες την καταλαβαίνουν. Και πραματικά με το «Ταξίδι του» έδειξε, τουλάχιστο σ' εκείνους που μπόρεσαν να διούν, πως είχε δίκαιο. Το «Ταξίδι του» αυτό, γραμμένο σ' αυτήν την ως τότε περιφρονημένη δημοτική μας γλώσσα, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα παραμύθι ενός ταξιδιού στην Ελλάδα, Πόλη και νησιά, με μερικά λόγια μοναχά εδώ κ' εκεί σκετικά με τη γλώσσα. Ο Ψυχάρης δεν είναι ο πρώτος που έγραψε τη δημοτική. Η δημοτική γράφτηκε και πριν απ' αυτόν. Η ποίηση που θέλει γλώσσα ζωντανή περισσότερο από όλα τα άλλα είδη της λογοτεχνίας, καθιέρωσε πρώτη τη δημοτική. Μα και στο πεζό δεν είναι ο Ψυχάρης ο πρώτος που έγραψε τη δημοτική. Ο Σοφιανός στο 16ο αιώνα είχε γράψει Ελληνική γραμματική της δημοτικής. Στα 1791 ο Κωσταντάς έγραψε Γεωγραφία στη ζωντανή γλώσσα. Στην επανάσταση ο Βηλαράς έγραψε τη «Ρομέηκη Γλόσα» και άλλα βιβλία στη δημοτική, ο Σολωμός το διάλογό του με το σοφολογιώτατο, κτλ., μα όλοι αυτοί που δεν είναι παρά πρόδρομοι του Ψυχάρη, γράψανε δημοτική ακανόνιστη, και με πολλά ιδιωματικά. Ο Ψυχάρης λοιπό, με τα νέα μέσα που του έδινε η νέα επιστήμη η γλωσσολογία, μελέτησε κατάβαθα την ακαλλιέργητή μας μητρική γλώσσα, ξεχώρισε τα πραματικά εθνικά στοιχεία από τα επιβλημένα, ξεχώρισε τα ντόπια απ' τα κοινά, βρήκε τους φτογγολογικούς της νόμους, έδειξε πως πολλοί απ' αυτούς κρατιούνται στη δημοτική οι ίδιοι απ' τα χρόνια τα κλασικά (ιστορικά του νι, ξάπλωση του φωνηέντου της ονομαστικής στις άλλες πτώσες κλπ.), βρήκε τους γραμματικούς και συνταχτικούς της κανόνες, κατέβηκε στην Ελλάδα για το ίδιο ζήτημα, βεβαιώθηκε για πολλές λεφτομέρειες και ύστερα από τόση προετοιμασία έγραψε και παρουσίασε για πρώτη φορά μια κοινή κανονισμένη Ελληνική γλώσσα, με όλα τα χρειαζούμενα στοιχεία για να καθιερωθεί, δηλαδή την εθνική μας γλώσσα &που μπορεί ο καθένας να τη μιλεί, να την καταλαβαίνει και να τη γράφει.& Ίσως μερικοί θελήσουνε να μας πλεροφορήσουν πως αυτή η γλώσσα που μιλούμε είναι λογιώ λογιώνε, γιατί παρατηρήσανε πως διαφορετικά μιλιέται εδώ και διαφορετικά εκεί, και αφού είνε έτσι και δεν είναι _μια_, δεν μπορεί και να γραφεί με τη χρειαζούμενη ενότητα. Οι κύριοι αυτοί που μας δίνουνε τέτοιες πλεροφορίες, ξεχνούνε, γιατί φοβούμαι πως δεν το ξέρουνε, πως κάθε χωριό σ' όλο τον κόσμο έχει και κάπως διαφορετική λαλιά, κάθε χωριό και χωριολαλιά. Κλασικό παράδειγμα: Μια σελίδα του Μποκάτσιο μεταφράστηκε, στα 1875, σε εφτακόσιες ιταλικές χωριολαλιές. Μα εχτός απ' τις χωριολαλιές κάθε έθνος έχει και την κοινή του, που σκηματίζεται στα κυριώτερα πνεματικά του κέντρα, που όλοι μιλούνε όταν είναι όξω απ' το χωριό τους, και που την καταλαβαίνουνε όλοι. Αυτήν την κοινή λοιπό μελέτησε και έγραψε ο Ψυχάρης, έχοντας για αρχή, όπως το λέει στον πρόλογο του «Ταξιδιού», πως όταν η κοινή δημοτική μας γλώσσα δεν έχει μια λέξη που μας χρειάζεται, πέρνει τη λέξη απ' την αρχαία και προσπαθεί, όσο είναι δυνατό, να την ταιριάξει με τη γραμματική του λαού. Έτσι κάμανε όλα τα έθνη, έτσι θα κάμουμε και μεις. Γραφή της _ομιλουμένης_ λοιπόν και γραφή της κοινής, και μ' ένα λόγο γραφή της _κοινής ομιλουμένης_ είναι το πρόγραμμα του Ψυχάρη. Μερικοί θα μάς πούνε βέβαια πως γραφή της κοινής ομιλουμένης ισοδυναμεί, τουλάχιστο κατά το μισό, με γραφή της καθαρεύουσας, γιατί μιλόντας μιλούμε μια μιχτή, που δεν είναι η δημοτική που γράφει ο Ψυχάρης. Και μερικοί βασίζονται σ' αυτό, δηλαδή στο ότι στην κουβέντα μας μεταχειριζόμαστε και την καθαρεύουσα, για να βγάλουνε συμπέρασμα πως η καθαρεύουσα είνε ένα «καθεστώς» και σαν καθεστώς η δημοτική δε θα μπορέσει ολότελα να την ξεριζώσει, και γι' αυτό συμπεραίνουν πως θα γίνει ένας συβιβασμός, που η δημοτική θα του δώσει τα περισσότερα στοιχεία, μα κ' η καθαρεύουσα θα δώσει αρκετά. Ας ξετάσουμε το ζήτημα. Εδώ πρέπει να παρατηρήσουμε πως κάθε ομιλία είναι δύο ειδώνε, δηλαδή _σοβαρή_ και _κοινή_, και πως οι λέξες κάθε γλώσσας είναι επίσης δυο ειδώνε, δηλαδή λέξες σοβαρές ή δασκαλεμένες (mots savants) και λέξες κοινές (mots populaires). Στη σοβαρή ομιλία βρίσκουμε τις δασκαλεμένες λέξες, και στην κοινή ομιλία τις κοινές λέξες. Τις δασκαλεμένες ή σοβαρές λέξες μαθαίνουμε στο σκολείο απ' το δάσκαλο και τα βιβλία, που λίγο-λίγο μας επιβάλλουν. Τέτοιες λέξες είναι και οι εξής: βαρύτης, φωνήεν, φθόγγος, εξέλιξις, η παράλληλος και όλες οι επιστημονικές λέξες. Τις κοινές λέξες μαθαίνουμε στο σπίτι από παιδιά, τέτοιες είναι και οι εξής: Μητέρα, πατέρας, μύτη, πόδια, νερό, βρύση, ταβάνι, σκόνη κλπ. Αυτές οι λέξες, δηλαδή οι κοινές μοναχά, είναι οι καθαυτό ζωντανές λέξες κάθε γλώσσας, και γι' αυτό αυτές μοναχά ακολουθούνε την πραματική εξέλιξη της γλώσσας, ενώ οι άλλες οι δασκαλεμένες, που είναι μισοζώντανες, παντού και πάντοτε δεν κάμουν παρά να συμμορφώνονται με τις κοινές για να περνούν κι αυτές την όψη της ζωής. Είπαμε πως το «καθεστώς» της καθαρεύουσας, που παραδέχονται μερικοί, παρατηρείται στη σοβαρή κουβέντα που, καθώς είπαμε, έχει πολλές δασκαλεμένες λέξες. Είπαμε όμως πως οι δασκαλεμένες λέξες δεν είναι εκείνες που αντιπροσωπεύουν την αληθινή ζωή κάθε γλώσσας, γιατί είναι λέξες οι περισσότερες επιστημονικές που τις μαθαίνουμε από τον καθηγητή και τα βιβλία. Αυτές τις δασκαλεμένες λέξες μπορούμε να μάθουμε να τις λέμε σε ό,τι γλώσσα και αν είναι, και σε νεκρή ακόμα, χωρίς αυτό διόλου να μας πειράζει τα νεύρα. Αφού λοιπόν και νεκρές λέξες μπορούνε ναντικαταστήσουν τις δασκαλεμένες αυτές λέξες της σοβαρής μας ομιλίας, δεν είναι διόλου λογικό να παραδεχτεί κανείς πως αυτές οι δασκαλεμένες λέξες της σοβαρής μας ομιλίας, μορφωμένες σύφωνα με το φτογγολογικό και τυπικό της αρχαίας, θα κατορθώσουνε να νικήσουν τις ίδιες δασκαλεμένες λέξες της δημοτικής, που έχουνε σύχρονη και ζωντανή μορφή. Σύφωνα με το φυσικό νόμο, το πιο ζωντανό θα νικήσει το λιγώτερο ζωντανό και έτσι οι δασκαλεμένες λέξες της δημοτικής δεν μπορούν παρά να νικήσουν τις δασκαλεμένες λέξες της καθαρεύουσας. Ώστε το περίφημο «καθεστώς» της καθαρεύουσας δεν είναι παρά το τελευταίο κούφιο δόντι που ζητούν οι δημοτικιστές να βγάλουν και να καθαρίσουν, έτσι τελειωτικά πια, τα στόματα μερικών! Πολλοί μόλις ανοίξουν ένα βιβλίο του Ψυχάρη και διαβάσουνε μερικές γραμμές, άξαφνα σταματούνε σε μια λέξη και μας λένε, πως αυτή η λέξη ή αυτός ο τύπος είναι πρόστυχος ή πως κανείς δεν τόνε λέει, και απ' αυτή τη λέξη ή τον τύπο που δεν εγκρίνουν, δηλαδή απ' αυτή τη λεφτομέρεια, βγάζουνε συμπέρασμα γενικό που καταδικάζει αμέσως ολόκληρο το έργο του Ψυχάρη. Μα εμείς έτσι δεν πρέπει να κρίνουμε. Πρέπει πρώτα να σκεφτούμε πως τη δημοτική γλώσσα δεν τη διδαχτήκαμε, όπως ο Γάλλος ή ο Άγγλος διδάσκεται τη δική του, και γι' αυτό δεν μπορούμε να την ξέρουμε, και έπειτα πως κάθε ζήτημα έχει αρχή και τέλος, έχει μεγάλες γραμμές και λεφτομέρειες, και πως γι' αυτό και στο ζήτημα της γλώσσας, που είναι βέβαια και αυτό ένα ζήτημα, πρέπει ναρχίσουμε να το ξετάζουμε απ' την αρχή, και όχι από μια λέξη, δηλαδή από την τελευταία λεφτομέρεια, να βγάζουμε συμπέρασμα. Ο Ψυχάρης αν και έγραψε μια γλώσσα κοινή δημοτική που για πολλούς είναι όσο μπορούσε τέλεια, εκείνος όμως ποτέ του τέτοιο πράμα δεν είπε. Το εναντίο δεν έπαψε να λέει πως «Πρώτος μαθητής σας θα προκηρυχτώ άμα με πείσετε πως αντίς τον τάδε τύπο, πιο σωστά τον τάδε πρέπει να συνηθίσω». Ας ακούσουμε τώρα τον ίδιο τι λέει σκετικά με το γλωσσικό μέρος του έργου του Απολογία, σελ. 295, Κεφάλαιο «Απρόσωπο και γενικό». «Μια μικρή, αχ! πολύ μικρή αλήθεια θαρρώ πως έτυχε νάβρω και γω στην περαστικιά μου τη ζωή, μιαν αλήθεια που τη στιγμή εκείνη, ακόμα κι α δεν είμουνε γεννημένος, θαρχότανε στη θέση μου κανένας άλλος που θα την έβρισκε. Τουλάχιστο με τέτοιο νόημα είπα στο Ταξίδι μου (Ταξ. β', σελ. 51), ατενίζοντας το μνήμα και τη δόξα ενός μεγάλου ποιητή [του Β. Ουγκώ]·» « — Σου μιλώ μια γλώσσα, που δεν την έχει ο καθένας και που μπορείς και συ να μας τη ζουλέψης, μια γλώσσα που είναι παιδί και μοναχοκόρη της παλιάς ελληνικής, την καινούργια μας τη γλώσσα, που πρώτος εγώ σήμερα τη γράφω!» (2) Και το είπα δίχως να θελήσω να πειράξω κανένα, δίχως να θελήσω να καφκηθώ· πολύ απλά το είπα. Εννοείται πως τη γράψανε άλλοι πολλοί πριν από μένα· την έγραψε κι ο Σπανέας κι ο Πρόδρομος στον εντέκατο δωδέκατο αιώνα· τη γράψανε κατόπι στα χρόνια τα δικά μας Έλληνες περίφημοι και ξακουστοί, ένας Βηλαράς, ένας Σολωμός, ένας Βαλαωρίτης, που με σέβας, με αγάπη, με λατρεία, με καρδιοχτύπια, πάντα έπεσα μπροστά τους γονατιστά, να τους προσκυνήσω. Ελπίζω να μη μου ταρνηθή ποτέ του κανένας, πως αντίς τάχα να γυρέβω κάπως να σκεπάσω τα ονόματα εκεινώνε που πρωταγωνιστήκανε για την Ιδέα την αθάνατη, δεν έκρυψα το τι τους χρωστούμε, το τι ο ίδιος τους χρωστώ, και πως δε δόξασα, με ταπείνωση και με χαρά, το μεγάλο κατόρθωμά τους. Αχάριστη δεν είναι η ψυχή μου — μα μήτε και καταδέχεται να είναι. Τέτοιες μικροπρέπειες ανάγκη δεν τις έχω. Κανένα δεν ξεχνώ. Θυμούμαι και τον αγαθό μας τον Κονεμένο που με τα βιβλία του τα πεζά κατάφερε να προχωρήση το ζήτημα, κατάφερε και κάτι πιο σημαντικό, να βαστάξη την παράδοση, να μην αφήση τη σειρά να κοπή, τη σειρά του Βηλαρά, του Σολωμού και του Βαλαωρίτη, γιατί θαρρώ πως ο Κονεμένος — και δεν τον ξεπέφτω λέγοντας αυτό — είναι πιο πολύ της περασμένης της γενιάς παρά της εποχής της δικής μας. Μα είναι και άλλοι δυο τρεις που γράψανε τη δημοτική στα πεζά, επειδή για τα πεζά είναι ο λόγος μας εδώ· είναι ο _Γέρο Κρητικός_, στα 1858, με τη «Δεύτερη φυλλάδα για τζοι Τούρκους τζη Κρήτης», μια σπάνια φυλλάδα που μου τη χάρισε ο Βλαχογιάννης. Είναι ο τίμιος ο Σπηλιωτάκης που στα 1881 έβγαλε κι αφτός άλλη φυλλάδα που τώρα τελευταία την ξανατύπωσε ο _Νουμάς_. «Βέβαιο λοιπόν πως τη δημοτική, πριν από μένα, τη μεταχεριστήκανε κι άλλοι. Ως τόσο τι να γίνη, που την έγραψα πρώτος; Ή σαν προτιμάτε τη γράψανε και οι άλλοι· εγώ την έκαμα γλώσσα. Πήγα, ξεσκάλισα ήσυχα και μεθοδικά, τους νόμους της, το λεχτικό της, το πνέμα της, τη γραμματική της, ξεχώρισα τα ντόπια και τα κοινά, για να φανή γλώσσα· τη λύτρωσα μ' ένα λόγο, από κάθε σκλαβιά· την έστησα στη μέση της Ελλάδας ανεξάρτητη, με ύπαρξη δική της, με δικό της είναι. Είμαι κουφός στις φωνές, στις βρισιές και στο μίσος· την κακή θέληση δεν τη βλέπω. Φανατισμός, ή όπως κι αν πούνε· υπάρχει ένας άγιος φανατισμός που είναι ο φανατισμός της αλήθειας. Ό,τι έγινε, είτανε ανάγκη να γίνη. Τώρα ίσια ίσια μας χρειαζότανε απρόσωπο σύστημα και γενικό· βρέθηκε, γιατί έπρεπε να βρεθή». «Το Ταξίδι μου», Έκδ. Β', σελ. 4. «Βρήκα τις προάλλες στα χαρτιά μου τα σημειωματάρια που γιόμιζα μέρα τη μέρα με λογιώ λογιώνε ακουστά και ειδωτά. Κατόπι, αν η Ελλάδα δείξη στο τέλος περιέργεια περισσότερη και περισσότερη αγάπη για την εθνική της τη γλώσσα και για τη δουλειά που κάμαμε, ως που να την κανονίσουμε και κανονισμένη πια να της την καθιερώσουμε τη γλώσσα την εθνική, όσοι τύχη και διαβάσουνε κατόπι τα σημειώματά μου εκείνα, θα καταλάβουνε πως είχα τους λόγους μου όταν έγραψα το «Ταξίδι μου», πως δεν καταπιάστηκα τέτοιο βιβλίο, χωρίς πρώτα να ξετάσω τα καθέκαστα κι από τα καθέκαστα να μορφώσω γνώμη που να στέκη. Την ιστορική μας γραμματική την είχα μελετήση χρόνια πριν ξαναβγώ στο ρωμαίικο. Και στα μαθήματά μου και σε άρθρα επιστημονικά και σε αλάκαιρους τόμους είχα ξηγήσει τύπους, λέξες και κανόνες. Ο σκοπός μου, σαν ξαναπήγα κάτω, είτανε να βεβαιωθώ για κάμποσα που από μακριά βρισκόμουνε σε ανάγκη να τα συμπεράνω μόνο και μόνο, συχνά και να τα υποθέσω. Πόσες φορές με ταφτιά μου άκουσα εκείνα που όσο σπούδαζα, μάντεβα μόνο την ύπαρξή τους. Μεγαλείτερη χαρά για το γλωσσολόγο δεν έχει και την απόλαψα τότες με κάθε λέξη που μάζωνα. Πήγα στα σκολειά, ελληνικά, δημοτικά και γυμνάσια, πήγα στη Μεγάλη του Γένου Σχολή, κράτησα σημείωση για κάθε παράδοση, κάθε τάξη όπου πήγα. Μίλησα με τους βαρκάρηδες ή τους καϊξήδες, μίλησα με τους φτωχούς και μικρούς, μίλησα με την πιο διαλεχτή, με την καλλίτερη κοινωνία. Παντού έβλεπα τους ίδιους νόμους να βασιλέβουνε, στρεβλωμένους κάπου κάπου από την καθαρεύουσα με τον ίδιο τρόπο. Καταντούσε λοιπόν πολύ έφκολο να ξεκαθαρίση κανείς τους κανόνες τους αληθινούς, να βρη το σύστημα το σωστό της γραμματικής, να διορθώση τα ίδια λάθια που τάφταιγε πάντα η καθαρέβουσα. Τα λάθια διωρθωνόντανε και μοναχά τους, γιατί κι αφτό παρατήρησα, πως κοινωνία και λαός, αγράμματοι και γραμματισμένοι, διορθώνουνε παντού, ίδια κι απαράλλαχτα, τους δασκαλισμούς. Μια μέρα, στο βαπόρι που από το Γεφύρι της Πόλης κατεβαίνει στο Φανάρι, όπου πήγαινα κι αντίγραφα κάτι χερόγραφα παλιά, έτυχε να καθήσω κοντά σε τρεις τελειόφοιτους της Μεγάλης του Γένου Σκολής, που σας έλεγα. Ποτέ μου θαρρώ δε χάρηκα περισσότερο. Μιλούσανε αναμεταξύ τους την καθάρια δημοτική· ακόμη και σαν κουβεντιάζανε για το σκολειό, για πολιτικά, γι' αψηλά αντικείμενα, τύπος δεν τους ξεγλιστρούσε στην κουβέντα που ο φανατικός εγώ να μην τον παραδεχόμουνε αμέσως. Με δυο λόγια, όπου κι αν είμουνε, τη γλώσσα του μιλούσε το έθνος». Απολογία, σελ. 137, Κεφάλαιο «Το χρέος». «Εγώ θαρρώ πως το χρέος μου κάπως τόκαμα. Θέλετε να μας ακούσετε; Καλά. Τότες ναγκαλιαστούμε, γιατί θα σας αγαπήσω που στο τέλος κάτι λάβατε, που γυρέβετε τόφελός σας. Από την αγάπη σας για σας τους ίδιους θα σας αγαπήσω, γιατί μου έδωσε η φύση καρδιά για τους άλλους. Ειδεμή τι με μέλει και τι κακό θα βγη για μένα; Μα δε θέλετε νακούσετε; Δουλειά δική σας. Εμείς δε βιάζουμε κανένα και περιττές οι φωνές. Τι μέσα έχω κιόλας για να βιάσω και να επιβάλω; Δεν είναι τάχα περίεργο να το λέτε; Κοιτάξτε με και πήτε αν είμαι τίποτις. Τι θέση κατέχω στην Ελλάδα; Είμαι βουλεφτής; Είμαι υπουργός; Καθηγητής είμαι; Τυπώνουνται τα βιβλία μου τζάμπα; Οι τίτλοι που μου δώσατε, πού είναι; Τι δύναμη έχω, σας παρακαλώ; Ήρθα μια μέρα, μόνος, χωρίς δύναμη καμμιά, χωρίς ασκέρι, χωρίς να με γνωρίζη, χωρίς να με διαφεντέβη κανείς, χωρίς ένα φίλο ήρθα και σας είπα την αλήθεια. Φαίνεται πως θάναι δύναμη κι αφτό, αφού από τότες με πολεμάτε. Με πολεμάτε, δηλαδή πολεμιέστε μοναχοί σας. Μοναχοί σας βιάζετε, τον εαφτό σας κ' επιβάλεστε μοναχοί σας, επειδή κ' η αλήθεια, όσο κι αν καμώνεστε πως δεν τη βλέπετε, υπάρχει τόσο πολύ που σας σηκώνει στο ποδάρι με το κεντιστήρι της τακούραστο, ίσια ίσια γιατί θαρρείτε πως βολετό σας είναι ναρνηθήτε την ύπαρξή της. Εγώ προσπάθησα ό τι μπόρεσα, κι όσο μπόρεσα. Κι ακόμα θα προσπαθήσω. Τον ίσιο δρόμο σας τον έχουμε χαραγμένο κι ανοιχτό. Τον εθνικό το δρόμο. Και να το ξέρετε πως αυτός είναι όπως σας τον ερμηνέβω κι όπως ξαπλώνεται τώρα μπροστά σας, ο μοναδικός, ο σωστός ο δρόμος». Και το μεγαλείο του Ψυχάρη δεν είναι μοναχά η μεγάλη του γλωσσολογική δουλειά, είναι και κάτι άλλο, που είναι επίσης σπουδαίο. Ο Ψυχάρης, αντίθετα με τους προδρόμους του που προανάφερα, κατόρθωσε μέσα στο νάρκωμα της καθαρευουσιάνικης κοινωνίας, μέσα στη γενική πεποίθηση πως η δημοτική μας γλώσσα είναι για περιφρόνηση, να κάμει ώστε νακουστεί το κήρυγμά του, να ξυπνήσουνε μερικοί, να πάρουν το μέρος του, αυτοί να ξυπνήσουν άλλους, και σιγά σιγά να δημιουργήσει οπαδούς και να φέρει αυτός πρώτος το ζήτημα της γλώσσας σε συζήτηση, που δεν μπορεί παρά μια μέρα να μας δώσει τη λύση. Είπαμε πότε παρουσιάστηκε ο Ψυχάρης, ότα δηλαδή οι επίσημοι του γένου μας και οι γραμματισμένοι, είχαν ήδη πείσει όλο τον ελληνικό κόσμο πως πρέπει να περιφρονεί τη γλώσσα που μιλεί, σα χαλασμένη και τουρκεμένη που είναι, και να προσπαθεί ναπομακρύνεται απ' αυτήνε, για να φτάσει, όσο το δυνατό πιο κοντά, στην κλασική ελληνική. Ο Ψυχάρης λοιπόν ήρθε και έρριξε κάτω τα είδωλα τω δασκάλω, με σαρκασμό αμίμητο μίλησε πάντα γι' αυτούς και κήρυξε πως ένας λαός ζωντανός θέλει ζωντανή γλώσσα. Αυτό το πράμα επόμενο ήτανε να μην αρέσει στον τότε ελληνικό κόσμο. Ξεσηκωθήκανε όλοι και όλοι με μια φωνή και αγανάχτηση απερίγραφτη καταδικάσανε βέβαια το κήρυγμα του Ψυχάρη, αρχίσανε να του χαρίζουν όλα τα πιο άπρεπα επίθετα και να φωνάζουν, άλλοι πως ο Ψυχάρης γράφει γλώσσα της φαντασίας του, που αδύνατο να την καταλάβει κανείς, άλλοι πως γράφει γλώσσα ενός μοναχά χωριού, άλλοι πως γράφει τη γλώσσα τω γαλατάδων, κλπ., κλπ., και όλοι μαζύ, πως καταστρέφει τη γλώσσα. Και αφού τέτοια έλεγαν οι σοφοί, οι άλλοι θεωρήσανε βέβαια περιττό όχι να διαβάσουνε, μα ούτε κάνε να αγγίξουνε τα βιβλία του Ψυχάρη. Δεν υπάρχει βιβλίο στην Ελλάδα που να μιλήθηκε περισσότερο απ' το «Ταξίδι» του Ψυχάρη, και που να διαβάστηκε λιγώτερο. Ο καθένας ήτανε και είναι πάντα έτοιμος να κατακρίνει το βιβλίο αυτό και όλο του το έργο, μα το περίεργο είναι πως απ' αυτούς τους κυρίους κανένας, μα κανένας, δεν το έχει διαβάσει. Δεν πιστεύω να μου αρνηθείτε ποτέ, πως για να κρίνει ή κατακρίνει κανένας το έργο ενός αθρώπου, πρέπει πρώτα να το έχει διαβάσει. Και όμως εδώ είναι το κλειδί, γιατί εκείνοι που κατηγορούνε τον Ψυχάρη δε διαβάσανε τα βιβλία του, και εκείνοι που τα διαβάσανε δεν τον κατηγορούνε πια. Αν και λοιπόν όλοι οι γραμματισμένοι και μ' αυτούς και οι μισογραμματισμένοι, υποδεχτήκανε το «Ταξίδι» με τέτοια αγανάχτηση, δυο σηκώσανε αμέσως τη φωνή τους, τότε στα 1888, και πήραν το μέρος του Ψυχάρη. Ο πρώτος είναι ο Ροΐδης, η ξέχωρη αυτή φυσιογνωμία, που έγραψε μια τίμια κρίση του «Ταξιδιού», δέχτηκε το κήρυγμά του, και αναγνώρισε αμέσως και την αξία του Ψυχάρη και τη σημασία του «Ταξιδιού» του, και ο δεύτερος είναι ο γνωστός Γαβριηλίδης, που από τότε δεν έπαψε να υπερασπίζεται τη δημοτική και να δημοσιεύει στην εφημερίδα του, όταν τύχαινε, μελέτες ή γράμματα του Ψυχάρη. Πέντε χρόνια ύστερα από την έκδοση του «Ταξιδιού» του, ο Ψυχάρης κατέβηκε πάλε στην Ελλάδα, μα τη φορά αυτή με ιδιαίτερη αποστολή της Γαλλικής Κυβέρνησης. Εκείνα τα χρόνια οι καθαρευουσιάνοι ξαναθυμήθηκαν τον Ψυχάρη και άρχισε πάλε ο πόλεμος. Και αυτός ο Χατζιδάκις ο γλωσσολόγος, αν και πολλές φορές παραδέχτηκε τα δικαιώματα της ζωντανής μας γλώσσας, σα γλωσσολόγος που είναι, κηρύχτηκε όμως απ' την αρχή αντίπαλος του Ψυχάρη. Εκείνο ακριβώς το χρόνο, δηλαδή όταν ο Ψυχάρης κατέβηκε για δεύτερη φορά στην Αθήνα, ο Χατζιδάκις τόλμησε και έγραψε πως ο Ψυχάρης πλέρωσε, αγόρασε και δημοσίεψε με τόνομά του, εργασία ενός φτωχού του μαθητή. Εδώ περνούσε πια τα όρια και έθιγε όχι μόνο την αξιοπρέπεια του Ψυχάρη, μα και την επιστημονική του φιλοτιμία. Μια λύση είδε, να τον προσκαλέσει και με το πιστόλι στο χέρι να δώσει λόγο της κατηγορίας του. Πήγαν οι μάρτυροι του Ψυχάρη, βρήκαν το Χατζιδάκι, μα αυτός δείλιασε κι αρνήθηκε να μονομαχήσει! Τότε οι φοιτητές μαζευτήκανε, βγάλανε ψήφισμα εναντίο του Ψυχάρη, και παινέσανε βέβαια το Χατζιδάκι, δηλαδή εκείνον που χωρίς την ελάχιστη ντροπή καταδέχτηκε να συκοφαντήσει! Βλέποντας τα πράματα αυτά ο Ψυχάρης έγραψε στο Γαβριηλίδη ένα γράμμα που δημοσιεύτηκε στην «Ακρόπολη» και που είναι και μια ήσυχη απάντηση στις τόσες βρισιές που δεν πάψανε να δημοσιεύουνται. Αξίζει τον κόπο να το ακούσετε: Ρόδα και Μήλα Β'. σελ. 109. Φίλτατέ μου, «. . . . . . Βέβαια, η μονομαχία, το ντουέλλο, είναι κακό πράμα, είναι μάλιστα και πράμα άδικο, αφού μπορεί να σκοτωθή και κείνος που έχει δίκιο. Έπειτα, ή να σε σκοτώσουν ή εσύ να σκοτώσης άθρωπο, είναι και τα δυο φοβερά. «Έχει όμως κ' η μονομαχία τα καλά της. Είναι και της ανάγκης. Μας μαθαίνει νάχουμε τρόπους σοβαρούς, να συλλογέται ο νους προτού γράψη το χέρι. Αλλιώς κ' η αξιοπρέπεια θα μας έλειπε. Είναι σύστημα αχαμνό που ακολουθούνε μερικοί και βρίζουνται κάθε τόσο. Βρίζουνται, γιατί ξέρουν πως τίποτις δε θα βγη. Σήμερα σε λέω ψέφτη και κλέφτη. Με λες άβριο τα ίδια και συ. Έτσι είμαστε ένα ένα. «Θάγραφαν πολλοί πιο σοβαρά, θάπιανε κι ο λόγος τους περισσότερο τόπο, αν την ώρα που γράφουν είχανε στο νου τους πως δεν είναι παίξε γέλασε η πέννα. Πρέπει κανείς να στοχαστή καλά ως πού μπορεί να τον πάη ο λόγος που θα πη και να πάη ο ίδιος ως εκεί. Πρέπει να βάλη στο νου του πως είναι ζήτημα τιμής και ζωής — ένα είναι — κι αφτό κάποιο νόημα έχει σ' όλους τους τόπους του κόσμου. «Δε θα είτανε μάλιστα άσκημο διόλου να ξέρη εκείνος που γράφει πως από την πένναν του μπορεί να στάξη θάνατος ή ζωή, και να πη μέσα του πρώτα «Βαστάω ή δε βαστάω να το γράψω; Θυσιάζω ή δε θυσιάζω και τη ζωή μου και του αλλουνού τη ζωή;» Θαρρώ πως θα γράφουνταν πολύ λιγώτερες αηδίες, πως θάστρωναν κάπως και τα ήθη. Έτσι μαθαίνει κανείς να σέβεται τον πλησίο του και του πλησίου του την τιμή και τη ζωή. Μαθαίνει όμως να σέβεται και τον εαφτό του. «Νομίζω λοιπόν πως κ' οι καλαμαράδες θα βάζανε γνώση και θα μιλούσαν πιο φρόνιμα, αν τα συλλογιούνται πρώτα αυτά που είπαμε. Κι αν πάλε δεν τα ξέρουν, καιρός είναι να τα μάθουνε. Πως είναι δάσκαλος ή καλαμαράς, δεν πάει να πη διόλου πως μπορεί να λέη ό,τι θέλει. Να βρίζη κανείς, να συκοφαντάη, κ' έπειτα σαν του γυρέβεις ικανοποίηση, να χλωμιάζη και να φέβγη, είναι ντροπή όχι μόνο στο Παρίσι, μα και σ' όλη τη Ρωμιοσύνη, γιατί κι ο Ρωμιός δεν τα πολυσηκώνει τα τέτοια. «Εγώ, φίλε μου, είμαι γεννημένος Ρωμιός, είμαι και γάλλος πολίτης. Κάφκημά μου και τα δυο. Τέτοιος ήρθα και τέτοιος θα πάω. Πάντα το είπα και δεν τόκρυψα ποτές, γιατί συνήθεια δεν έχω μήτε να κρύβω, μήτε να κρύβγουμαι. Όλα τα χρωστώ στη Γαλλία, που σαν πατρίδα μου την έχω. Και τα παιδιά μου είναι της Γαλλίας παιδιά και το αίμα μου δικό της· μάλιστα και τώρα που ήρθα στην Ελλάδα, κι αφτό στη Γαλλία το χρωστώ. Είμαι και γάλλος καθηγητής και τόχω για δόξα. «Εκείνα που έκαμα εδώ για τη γλώσσα και τη φιλολογία, για το εθνικό μας, για το άγιο αυτό ζήτημα, τάκαμα γιατί λατρέβω την Ελλάδα, γιατί δε θέλησα να φύγω έτσι, να της πω έχε γεια, να την παρατήσω, γιατί έλεγα πως κάτι της χρωστούσα. Της χρωστούσα τούτο δηλαδή, που γεννήθηκα, που είμαι Ρωμιός. «Και μ' αυτά, φίλε μου, σώνει. Έγραψες, μια φορά κ' έναν καιρό, τόσα καλά για μένα, που σ' έβαλα στην καρδιά μου και που δεν μπορώ ποτέ μου να το ξεχάσω. Το χρέος του πρώτα απ' όλα κι ότι κι αν πούνε, πρέπει να κάμη ένας άντρας. Αυτό μόνο είναι της ζωής μου το καμάρι». Ο πολύ φίλος σου. Η πολεμική των αντιπάλων του Ψυχάρη ξακολούθησε με την ίδια λύσσα και με περισσότερη ακόμη, γιατί βλέπανε την πρόοδο του δημοτικισμού, βλέπανε πως οι πλατωνικές συκοφαντίες δεν ήταν πλέον αρκετές για να καταπνίξουνε το δημοτικισμό και στα 1901 βρήκανε για ευκαιρία τη μετάφραση της Νέας Διαθήκης του Πάλλη, για να φανατίσουν το λαό, να δημιουργήσουν τις τότε ταραχές και να κηρύξουν τη δημοτική μας γλώσσα σε διωγμό, πείθοντας τον κόσμο πως οι δημοτικιστές που μεταφράσανε τα Βαγγέλια, το κάμανε για να χαλάσουνε τη γλώσσα τώνε Βαγγελίων και για να μπορέσουνε να έρθουν έπειτα οι Ρώσσοι και να μας πουν, πως ούτε Έλληνες είμαστε, ούτε και ελληνική Εκκλησία έχουμε! Όργανα λοιπόν της πασλαυιστικής εταιρίας οι δημοτικιστές, άθρησκοι οι δημοτικιστές, πλερωμένοι οι δημοτικιστές! Τότε ο Ψυχάρης, σαν τίμιος αρχηγός της Ιδέας, θέλησε να δείξει στην Αθήνα πως άδικα και παράλογα πράματα είναι αυτά που λένε, και πως η βία είναι μεσαιωνικός τρόπος υπεράσπισης μιας Ιδέας. Έγραψε λοιπόν τα καθέκαστα στον Κακλαμάνο, για να δημοσιευτούνε στο «Νέο Άστυ», μα πήρε απάντηση πως το «Νέο Άστυ» δε θα δημοσιέψει πια τίποτε του Ψυχάρη. Έγραψε και του Γαβριηλίδη, του φίλου του, μα κ' εκείνος την ίδια απάντηση του έδωσε. Και τότε, έτσι αποκλεισμένος, ενώ όλοι καθημερινά τόνε συκοφαντούσανε, του φάνηκε περίεργο και με πίκρα έγραψε του Γαβριηλίδη, πως στο Παρίσι πολλές φορές πήγανε σπήτι του, εχτός από γάλλοι, ως και άγγλοι και γερμανοί φημεριδογράφοι να του ζητήσουνε τη γνώμη του για τα βαγγελικά, και πως μονάχα στην Ελλάδα, που γι' αυτήνε δουλεύει και πασκίζει μέρα νύχτα, δεν μπορεί να τήνε πει. Μα σε λίγο οι δημοτικιστές αποχτήσανε και όργανο δικό τους, το «Νουμά», και λέφτερα πια μπορούσανε να πούνε τη γνώμη τους και να υπερασπιστούνε. Σ' αυτόνε για πρώτη φορά δημοσίεψε ο Ψυχάρης την «Απολογία» του, που στα 1906 έβγαλε και σε χωριστό βιβλίο. Σ' αυτόν τον τόμο ξηγά ο Ψυχάρης όλο του το σύστημα, δηλαδή ξηγά όλες τις λεφτομέρειες τις σκετικές με τη μέθοδο, το τυπικό, το φτογγολογικό και λεξικό που ακολούθησε στα βιβλία του, και γι' αυτό όποιος θέλει να κρίνει λιγάκι σοβαρά το σύστημα του Ψυχάρη, πρέπει χωρίς άλλο, να διαβάσει μαζύ με το «Ταξίδι» του, τουλάχιστο και την «Απολογία» του, που είναι και ο γλωσσολογικός πρόλογος του «Ταξιδιού», για να διεί πρώτα με τι έννοια έβαλε κάθε λέξη, ποια η αιτία κάθε τύπου, και έπειτα να κρίνει. Στα 1903 νέα τιμή έκαμε η Γαλλία στον Ψυχάρη διορίζοντάς τονε καθηγητή της νεοελληνικής γλώσσας στη Σκολή των Ανατολικώ Γλωσσών. Αυτό το πράμα πείραξε τους καθαρευουσιάνους, που είχανε την Αρχή, δηλαδή τη δύναμη, στα χέρια τους, μα λιγάκι αργά, γιατί μονάχα στα 1908 φαίνεται πως τόμαθαν και τότε βλέπουμε να γίνεται ζήτημα μέσα στη Βουλή κι ο μακαρίτης Κυριακούλης Μαυρομιχάλης να ζητά απ' την Ελληνική Κυβέρνηση να _επέμβη_ και να ζητήσει απ' τη Γαλλική Κυβέρνηση την πάψη του Ψυχάρη! Αυτό και μόνο είναι αρκετό για να μας δείξει πώς σκέφτουνταν οι τότε πολιτικοί μας. Ζητούσε δηλαδή ο Μαυρομιχάλης, που ούτε πάτησε στο μάθημα του Ψυχάρη για να διεί τι διδάσκει, να &επέμβη& η Κυβέρνησή μας και να ζητήσει να πάψουν ένα Γάλλο καθηγητή, που για να διοριστεί ψηφίστηκε από το Συβούλιο της Σκολής, ξαναψηφίστηκε από την Ακαδημία, και διορίστηκε από τον υπουργό τον ίδιο. Σ' εκείνη τη συνεδρίαση της Βουλής αρκετά χαραχτηριστικά ακουστήκανε, σκετικά με τη δημοτική μας γλώσσα και τον Ψυχάρη, που αξίζει τον κόπο να ακούσετε μερικά. Ομιλεί ο Μαυρομιχάλης: «Η γλώσσα η διδασκομένη από της έδρας εκείνης είναι γλώσσα ελεεινή και χυδαία, φρικώδες κατασκεύασμα του διδάσκοντος αυτήν.»! Ο κ. Ρούφος αποκαλεί τη δημοτική «&βδέλυγμα& γλώσσης»! Και πολλοί βουλευτές απαντούνε θριαβευτικά «Εύγε»!! Ο κ. Κουμουνδούρος λέγει πως ο Ψυχάρης είναι «μίσθαρνον όργανον»! Ο κ. Στάης κηρύχνει πως ο Ψυχάρης διορίστηκε για να εξοικονομηθεί κλπ., κλπ., και μόνο ο Δραγούμης, αν και καθαρευουσιάνος, σηκώθηκε και είπε πως νομίζει «ότι δεν πρέπει να αποδοθούν μομφαί τοιαύται οίαι απεδόθησαν εναντίον ανθρώπου κατά πάντα αξίου λόγου και ως ανθρώπου και ως επιστήμονος.» Και πού να αναφέρει κανείς τι και τι δε γράψανε οι φημερίδες και τι δε λέγανε και ξακολουθούνε να λένε άλλοι, λιγώτερο υπεύτυνοι, για τον Ψυχάρη. Αρκεί μόνο να πω πως κάποιος Παγανέλλης κήρυχνε στην Πόλη, μέσα σ' ένα σαλόνι, πως «Θα αθωώσει τον φονέα του Ψυχάρη.»! Τα ίδια παναληφτήκανε μέσα στη Βουλή, έπειτα από δυο χρόνια, όταν οι αντιπρόσωποί μας, αναθεωρόντας το σύνταγμα, ζήτησαν από το Βενιζέλο, με τόση πιμονή, τη σύνταξη του γνωστού άρθρου του σχετικού με τον καθορισμό της επίσημης μας γλώσσας, πράμα άλογο που ο Βενιζέλος δεν μπόρεσε να αποφύγει. Τότες όμως ο Ψυχάρης, που τόσα και τόσα περίμενε απ' το νέο Πρωθυπουργό το νεωτεριστή, όταν είδε πως ο Βενιζέλος δεν κηρύχτηκε δημοτικιστής σαν το Μαβίλη μέσα στη Βουλή, τόνε θεώρησε ανάξιο της εχτίμησής του και την αφιέρωση που του είχε κάμει ενός δηγημάτου του, του την πήρε πίσω με τα εξής λόγια που δημοσίεψε: «Ένα μου δήγημα, το «Εθνικό Συμπόσιο», που δημοσιέφτηκε στο «Νουμά» (αρ. 422) είναι, λέει, αφιερωμένο του Βενιζέλου. Ξεγράφεται η αφιέρωση, ο άθρωπος και τόνομά του. Το δήγημα μνήσκει.» Το δήγημα αυτό το αφιέρωσε έπειτα στην Κρήτη που τρέφει γι' αυτήν ιδιαίτερη συμπάθεια. Έπειτα όμως δούλεψε ο Βενιζέλος για την πατρίδα, έδειξε ικανότητα, φιλία για τη Γαλλία, έγιναν έπειτα οι Βαλκανικοί πολέμοι, διπλασιάστηκε η Ελλάδα, και έπειτα όταν ο Βενιζέλος πήγε στο Παρίσι στα 1913, ο Ψυχάρης, με τη μεγάλη του καρδιά, δεν μπόρεσε παρά να πάγει και να σφύξει το χέρι του Βενιζέλου. Ήταν πρωτοχρονιά κι ο Βενιζέλος ήτανε στην Εκκλησία. Ύστερα απ' τη λειτουργία πλησίασε ο Ψυχάρης με τους άλλους, του έσφιξε το χέρι και του είπε σκετικά με την πρωτοχρονιά: «Σου εύκομαι να ζήσεις χρόνια πολλά, δε σου εύκομαι να ζήσεις αιώνες, γιατί θα ζήσεις.» Αυτό φαίνεται άρεσε του Βενιζέλου, τον ευκαρίστησε ιδιαίτερα, και ο Ψυχάρης αποφάσισε να τον ξαναδιεί στην Πρεσβεία. Πήγε, και μόλις ο Βενιζέλος είδε τον Ψυχάρη να πλησιάζει, τον πήρε από το χέρι, τον πήγε σ' ένα ιδιαίτερο δωμάτιο κ' εκεί αρχίσανε την κουβέντα. Του ξήγησε τότε ο Βενιζέλος πως ήταν αναγκασμένος σ' εκείνη τη συνεδρίαση της Βουλής να μη κηρυχτεί δημοτικιστής, γιατί είχε άλλα πιο βιαστικά ζητήματα να λύσει και ταχτοποιήσει, τόνε βεβαίωσε όμως πως την εχτίμηση που είχε για το έργο του, πάντοτε ξακολουθεί να την έχει, πως πάντοτε διαβάζει και μελετά τα βιβλία του, πως η &Ζωή κι Αγάπη στη Μοναξιά&, ρομάντζο του Ψυχάρη, για μήνες ήταν το αγαπημένο του βιβλίο και πως έχει ασάλευτη πεποίθηση πως η νίκη πάντα δική του θα είναι. Ας ευκηθούμε λοιπόν πως ο Βενιζέλος, που έχει για αρχή, πως «Ο πολιτικός ανήρ πρέπει να λέγει πάντοτε την αλήθειαν και προς τα άνω και προς τα κάτω», και ο Ψυχάρης που κήρυξε πολύ πριν απ' αυτόν πως «Με την αλήθεια, όποια κι αν είναι, δουλεύει κανείς την πατρίδα του πολύ περισσότερο παρά με την ψεφτιά, όσο πατριωτική κι αν τη νομίζη», πως αυτοί οι δυο μια μέρα θα συνεργαστούνε για να λύσουνε το γλωσσικό ζήτημα, και να μας γλυτώσουνε πια απ' τον καθαρευουσιάνικο εφιάλτη. Είπαμε πως τη δεύτερη φορά που ο Ψυχάρης κατέβηκε στην Ελλάδα, ήτανε στα 1893. Από τότε δεν ξανακατέβηκε παρά το καλοκαίρι του 1914, δηλαδή ύστερα από είκοσι ένα χρόνια, και τότε η πατρίδα μας, τιμώντας την τόση του δράση, τον παρασημοφόρησε με ανώτερο παράσημο. Καθώς είπα πιο απάνω, στα 1888 έβγαλε ο Ψυχάρης το «Ταξίδι» του. Ύστερα από δυο χρόνια δημοσίεψε στην «Εστία» το πρώτο του δήγημα «Η Ζούλια» και στα 1897 ξέδωκε «Τόνειρο του Γιαννίρη» και απ' τα 1901 ως τα 1913 άρχισε να βγάζει ένα τόμο κάθε χρόνο, δηλαδή δώδεκα τόμους, και μαζύ με την πρώτη έκδοση του «Ταξιδιού» και «Τόνειρο του Γιαννίρη», ξέδωκε όλους μαζύ δέκα τέσσερεις τόμους. Απ' αυτούς έξη είναι ιστορίες (Τόνειρο του Γιαννίρη, Ζωή κι Αγάπη στη Μοναξιά, Τα Δυο Αδέρφια, η Αγνή και οι δυο έκδοσες του Ταξιδιού), δυο (η Ζούλια και η Άρρωστη Δούλα) που δε βγήκανε σε χωριστά βιβλία δε λογαριάζονται στους 14 τόμους, ένας τόμος δηγήματα γραμμένα για να διαβαστούνε «Στον ίσκιο του πλατάνου», που είναι και ο τίτλος τους, ένας τόμος με θεατρικά έργα, με τον τίτλο «Για το Ρωμαίικο Θέατρο» και έξη τόμοι «Ρόδα και Μήλα», που είναι συλλογές που ξανατυπώνει μέσα όλα του τα φιλολογικά και γλωσσικά μ' ένα ιστορικό πρόλογο το καθένα. Ο τρίτος τόμος τω «Ρόδων και Μήλων» είναι η «Απολογία» του, και στον τέταρτο βρίσκουμε τη δικαστική απόφαση του Στελάκη, που αποδείχνει πως μπορούμε πολύ εύκολα να καθιερώσουμε μια γλώσσα ιδιαίτερη πάντα όμως δημοτική της νομικής. Εχτός από αυτούς τους 14 τόμους, που είναι όλο σκεδόν το ελληνικό του έργο, ανάφερα στην αρχή πέντε τόμους γλωσσολογικούς σε γαλλική γλώσσα. Κ' εχτός απ' αυτούς ξέδωκε ως τα 1905 σε γαλλική γλώσσα άλλους οχτώ τόμους. Όλοι μαζύ λοιπόν είκοσι εφτά τόμοι ελληνικοί και γαλλικοί, χωρίς να λογαριάσω τα άλλα του γαλλικά βιβλία που ξέδωκε ύστερα απ' τα 1905 και που μου είναι άγνωστα, καθώς και τις άπειρες μελέτες που έχει δημοσιέψει σε όλες τις πιο σοβαρές γαλλικές και αρκετές γερμανικές επιθεώρησες. Μα νομίζω πως και οι 27 αυτοί τόμοι μοναχά που ανάφερα είναι αρκετοί για να μας δείξουν α δούλεψε ή δε δούλεψε ο Ψυχάρης στη ζωή του (3). Κάποτε το «Lectures pour tous» δημοσίεψε μια μελέτη σκετική με τους σοφούς της Γαλλίας που δουλεύουνε πιο πολύ. Και μέσα στα ονόματα τω σοφών αυτών ήταν και τόνομα του Professeur Jean Psicari, όνομα που στην πατρίδα του Ελλάδα, που τόσο δούλεψε γι' αυτήνε, δεν έχει σημασία. Και μ' όλα αυτά ο Ψυχάρης δε βλέπει το έργο του τελειωμένο, και δε νόμισε πως πρέπει πια να ησυχάσει. Δυο έργα απ' όλα που ετοιμάζει ιδιαίτερα τον απασκολούν και λέει πως όταν τα ετοιμάσει και τέλεια τα στείλει στην Ελλάδα, τότε ήσυχος πια θα είναι και παρηγορημένος θα πεθάνει. Το πρώτο είναι η γραμματική του, η «Μεγάλη Ρωμαίικη Γραμματική» του σε τρεις τόμους, που τώρα και τόσα χρόνια μας την υποσκέθηκε κι ακόμα να την παρουσιάσει, και το δεύτερο είναι ο «Διγενής Ακρίτας» δημοτικό ιστορικό μυθιστόρημα. Εχτός απ' αυτά κι άλλα ετοιμάζει, που όλο και δουλεύουνται, δηλαδή ένα δεύτερο τόμο με θεατρικά έργα, δυο ρομάντζα, ένα τόμο με τραγούδια, κατόπι «Το Μεγάλο το Ταξίδι» και στο τέλος σ' ένα τόμο «Η Ζωή μου». Έχει και ορισμένα ανέκδοτα ο Ψυχάρης που θα δημοσιευτούν αφού πεθάνει. Πολλοί καθαρευουσιάνοι, περαστικοί απ' το Παρίσι, πηγαίνουνε ν' ακούσουν τον Ψυχάρη, μόνο και μόνο, καθώς διαλαλούνε, για να του πουν αυτό για να του πουν εκείνο και να του δείξουνε πως απατάται, πως δεν ξέρει τίποτε κι α βρουν και την ευκαιρία να του πατήσουνε και κανένα βρισιδάκι! Μα όσοι πήγανε μ' αυτόν τον αέρα, διαφορετικά γυρίσανε. Η πρώτη εντύπωση που δίνει ο Ψυχάρης είνε η απλότητά του. Φίλος κάθε επισκέφτη και πρώτος φίλος τω δημοτικιστών, που έτοιμος πάντα είναι να τους ανοίξει την καρδιά του και με ειλικρίνεια χαραχτηριστική να τους ξιστορίσει τα γλυκά του όνειρα που τρέφει για την Ελλάδα. Δεν είναι δάσκαλος ο Ψυχάρης και η απλότητά του, η λαοφιλία του, η προθυμία του, δε σε αφήνουνε να πιστέψεις πως αυτός ο άθρωπος έζησε και ζει σ' ένα επίπεδο πνεματικό που λίγοι ζούνε στον κόσμο, γιατί ο Ψυχάρης στην Ευρώπη είνε «autorité» στο είδος του. Στo μάθημά του απλούστατος, κατορθώνει και τα πιο στριφνά ζητήματα της γλωσσολογίας να τα παρουσιάζει όχι μόνο απλά μα και ευκάριστα, γιατί ο Ψυχάρης έχει χιούμορ πολύ, και αλλοίμονο στο δάσκαλο που θα τύχει να παραλάβει! Είναι ακούραστος στη συζήτηση και πάντα πρόθυμος και έτοιμος να συζητήσει και για το πιο επιπόλαιο επιχείρημα των καθαρευουσιάνων. Το συμπέρασμα της κουβέντας δεν το δίνει εκείνος, μα κάμνει το συνομιλητή του να το δώσει, και έτσι ο καθαρευουσιάνος αυτός, που πήγε να πουλήσει μυαλό του Ψυχάρη, φεύγει φίλος του και συχνά οπαδός του! Δεν είναι μόνο η συζήτηση που προσελκύει τους επισκέφτες του Ψυχάρη στην Ιδέα. Είναι και κάτι άλλο. Ο Ψυχάρης ότα μιλεί ελληνικά, μιλεί την καθάρια δημοτική, τη δημοτική εκείνη που θα μιλήσουνε μια μέρα όλοι οι, αναπτυγμένοι Έλληνες, και αυτό, δηλαδή το άκουσμα της σωστής εθνικής μας γλώσσας, εθουσιάζει κάθε, έστω και λίγο, ευαίστητο άθρωπο, και κάμνει τους καθαρευουσιάνους να βεβαιώνουνε, μόλις φύγουν απ' του Ψυχάρη, πως: «Ο Ψυχάρης δεν είναι μαλλιαρός»!! Ένας χαραχτήρας σαν του Ψυχάρη, που πάντα έζησε για την Αλήθεια, την απρόσωπη αλήθεια που κήρυξε στα 88 και που από τότε ως τώρα πιστά και κατά γράμμα ακολούθησε και αψήφισε γι' αυτήν κάθε βρισιά και μίσος, ένας τέτοιος χαραχτήρας δεν μπορούσε παρά να δώσει και άλλα δείγματα τόλμης για την αλήθεια και τη λευτεριά. Και πραματικά όταν οι Γάλλοι, στα 1897, ήτανε με το μέρος των Τούρκων και βασανίζανε με τη στάση τους τους Κρητικούς, σηκώθηκε ο Ψυχάρης στο Παρίσι, έκαμε δημόσιο ανάγνωσμα και κήρυξε πως είναι ντροπή της Γαλλίας η πολιτική της Κυβέρνησής της, και πως οι Κρητικοί έχουν τόσο δικαίωμα λευτεριάς όσο και οι ίδιοι οι Γάλλοι. Τανάγνωσμα αυτό έκαμε εντύπωση στη Γαλλία, τόνε φώναξε λοιπόν ο υπουργός ο ίδιος και του είπε πως πρέπει να πάψει. Μα ο Ψυχάρης τότε κόρωσε και αν και είχε σκοπό να μη ξακολουθήσει, όχι μόνο ξακολούθησε μα και στις επαρχίες πήγε για τον ίδιο σκοπό. Άλλως τε ο Ψυχάρης πάντα έδειξε πόσο διαφέρεται για την Ελλάδα. Κάποτε που είχανε γίνει σεισμοί στη Χαλκίδα, ο Ψυχάρης με δυο τρεις άλλους ρωμιούς, θελήσανε να βοηθήσουν εκείνους που πάθανε και αποφασίσανε να διοργανώσουνε παράσταση. Η παράσταση έγινε, μαζευτήκανε και εφτά χιλιάδες φράγκα και ο Ψυχάρης τάστειλε στην Ελλάδα. Για απάντηση γράψανε τότε οι φημερίδες πως τους παράδες αυτούς η Ελλάδα, δεν πρέπει, δε γίνεται μήτε να τους δεχτεί, μήτε να τους καταδεχτεί, και πως είναι από μέρος του Ψυχάρη βρισιά να στέλνει χρήματα στην Ελλάδα! Μα ο Ψυχάρης φέρθηκε πάντα ιπποτικά σ' όλους που τον κατηγορήσανε, και ποτέ στις ολίγες απάντησές του, δε μεταχειρίστηκε την παραμικρή άπρεπη φράση, όπως έκαμναν και κάμουν οι αντίπαλοι του κάθε τόσο. Όποιος διαβάσει αμερόληφτα και χωρίς πρόληψη βιβλίο του Ψυχάρη, δεν μπορεί παρά να παρατηρήσει αμέσως τη ζωηρότητα της δήγησης. Νομίζει κανείς πως δε διαβάζει, μα ακούει. Ακούει τραγούδι αρμονικό, όχι μονάχα γιατί αρμονικιά είναι η δημοτική μας μα και γιατί ο Ψυχάρης ξέρει να την κάμει ακόμα πιο αρμονικιά. Ζωηρότητα, απλότητα και αρμονία είναι τα διακριτικά της γλώσσας του Ψυχάρη, και τα βιβλία του μας δείχνουνε ψυχολόγο δυνατό, παντού βαθειά ιδέα και ποίηση συχνή. Κάποιος, που διάβασε το «Ταξίδι» του, πήγε τόνε βρήκε και του είπε· «Του κάκου, είσαι ποιητής.» Και πραματικά πολύ συχνά σε όλα του τα φιλολογικά βιβλία, βρίσκουμε σελίδες με ποίηση δυνατή. Ο Ψυχάρης είναι βέβαια ένας απ' τους πιο μεγάλους μας πεζογράφους. Μα δεν πρόκειται να μιλήσουμε για το λογοτεχνικό του έργο. Αυτό πρέπει ιδιαίτερα να ξεταστεί και ιδιαίτερα να παρουσιαστεί. Η βιβλιοθήκη του Ψυχάρη είναι κάτι τι το ανεχτίμητο, γιατί είναι η πιο τέλεια βιβλιοθήκη σκετικά με την ελληνική γλώσσα. Έχει 14000 βιβλία, δηλαδή όλα τα βιβλία που έχουνε σκέση με τη γλώσσα μας. Η βιβλιοθήκη αυτή ήτανε για να γίνει χτήμα της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σκολής της Αθήνας, ύστερα απ' το θάνατο του Ψυχάρη, μα πρόπερσυ γράψανε οι φημερίδες πως ο Ψυχάρης τήνε δώρησε στη Βιβλιοθήκη της Ελληνικής Βουλής. Η επίδραση του Ψυχάρη είναι πολύ μεγάλη και ποικίλη. Στα 1888 και πρώτα μεγάλο μέρος της ποίησης γραφότανε στην καθαρεύουσα και βλέπουμε, ύστερα απ' το κήρυγμα του Ψυχάρη, η ποίηση να γράφεται σιγά-σιγά και πιο δημοτικά, και σήμερα ποιήματα στην καθαρεύουσα μόνο γέλοια προξενούν. Κι αυτός ο Παλαμάς δεν έγραφε πριν την καθάρια δημοτική που γράφει σήμερα στα ποιήματά του. Ο πεζός λόγος, τότε στα 1888 και πρώτα, γραφότανε όλος στην καθαρεύουσα, εχτός από ελάχιστες εξαίρεσες, και σήμερα βλέπουμε πως και σ' αυτόν η καθαρεύουσα υποχωρεί (δηγήματα, χρονογραφήματα, μυθιστορήματα, θέατρο). Μόνο η σοβαρώτερη πεζογραφία, σαν πιο λιγώτερο ζωντανή που είναι, έμεινε η τελευταία, μα και αυτή φυσικά θα υποχωρήσει. Και βλέπουμε αμέσως ταποτελέσματα της επίδρασης του Ψυχάρη, βλέπουμε δηλαδή μία ολόκληρη νέα φιλολογία μια πραματικά ελληνική φιλολογία να δημιουργέται, πράμα που η καθαρεύουσα δεν μπόρεσε να πετύχει τόσα και τόσα χρόνια. Η επίδραση του Ψυχάρη δεν αναφέρεται βέβαια μονάχα στη φιλολογία, μα και σ' αυτόν τον προφορικό λόγο, γιατί δε συναντούμε πια εκείνους τους τύπους που μιλόντας σκέφτουνταν κάθε λέξη που θα πούνε να είναι σωστή, μη θέλοντας ναφίσουνε τον εαυτό τους να μιλήσει λέφτερα και ειλικρινά. Άλλως τε και οι «ελληνικούρες» λείψανε, γιατί όλοι μας έμμεσα ή άμεσα δεχτήκαμε την επίδραση του Ψυχάρη. Είναι δυστύχημα για την Ελλάδα που ενώ βλέπουμε οι ξένοι να μελετούνε τη δημοτική μας γλώσσα και να ιδρύουνε και διατηρούνε _έξη_ ως τώρα έδρες πανεπιστημιακές της δημοτικής, εμείς όχι μόνο δε σκεφτήκαμε να ιδρύσουμε μια τέτοια έδρα της γλώσσας μας, μα ακόμα προσπαθούμε ναποδείξουμε πως η δημοτική, η ζωντανή μας γλώσσα, πρέπει να περιφρονιέται. Πρέπει να ελπίσουμε πως με την κατεύτυση που πέρνει ο δημοτικισμός, που από αίρεση έγινε αξίωση της κοινωνίας μας, ανάγκη κοινωνική, και που όλο και προοδεύει, πως γρήγορα θα πάψει η τόση αδιαφορία του Ελληνισμού και θακούσουμε την πρόσκληση του καθηγητή Ψυχάρη στην Αθήνα, για να διδάξει στο Πανεπιστήμιο τη δημοτική. Ο Ψυχάρης δεν είναι μονάχα μεγάλος καινοτόμος της γλώσσας μας, είναι και ο πρώτος που έφερε στον Ελληνισμό μια Ιδέα, μια απρόσωπη Ιδέα, την ιδέα του δημοτικισμού. Ξέρουμε πόσο προσωπικά και συφεροντολογικά σκέφτουνταν και σκέφτεται ακόμα ο Ελληνισμός. Δεν έχουμε παρά να διούμε τα πολιτικά του κόμματα για να το καταλάβουμε. Ο τάδε ψήφιζε και ψηφίζει για τον τάδε, δηλαδή για το πρόσωπο του τάδε, και όχι για μια Ιδέα (συντηρητική, δημοκρατική, σοσιαλιστική κλπ.), που πάντοτε αντιπροσωπεύουν οι βουλευτές σε όλα τα πολιτισμένα μέρη. Γι' αυτό το λόγο μεγάλη σημασία έχει ο δημοτικισμός και γι' αυτό ακόμη περισσότερο πρέπει να τιμούμε τον Ψυχάρη. Η δουλειά του Ψυχάρη, η επίδρασή του, τα ως τώρα αποτελέσματα της επίδρασής του και τα μελλοντικά, με κάμουνε να κατατάξω τον Ψυχάρη στην πρώτη γραμμή του σημερνού μας πνεματικού κόσμου μαζύ με δυο άλλους, το Βενιζέλο και τον Παλαμά. * * * 1) Διάλεξη πού έγινε στο «Εντευκτήριον Καΐρου» στις 9 του Μάη 1916. 2) Όταν έγραψε στα 1888 αυτήν την τελευταία του φράση μερικοί τον κατηγορήσανε, και για απάντηση έγραψε στην Απολογία του το κεφάλαιο αυτό. 3) Τα τελευταία έργα του Ψυχάρη είναι: «Au fils tué à l' ennemi» (1915), ποίημα γραμμένο για το γυιό του Ερνέστο, υπολοχαγό του πυροβολικού, που ηρωικά σκοτώθηκε από τους πρώτους Γάλλους στο Βέλγιο, και η «Σαλώμη.» (1916) κριτικό σημείωμα. *** END OF THE PROJECT GUTENBERG EBOOK Ο ΨΥΧΆΡΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΈΡΓΟ ΤΟΥ *** Updated editions will replace the previous one—the old editions will be renamed. Creating the works from print editions not protected by U.S. copyright law means that no one owns a United States copyright in these works, so the Foundation (and you!) can copy and distribute it in the United States without permission and without paying copyright royalties. Special rules, set forth in the General Terms of Use part of this license, apply to copying and distributing Project Gutenberg™ electronic works to protect the PROJECT GUTENBERG™ concept and trademark. Project Gutenberg is a registered trademark, and may not be used if you charge for an eBook, except by following the terms of the trademark license, including paying royalties for use of the Project Gutenberg trademark. If you do not charge anything for copies of this eBook, complying with the trademark license is very easy. You may use this eBook for nearly any purpose such as creation of derivative works, reports, performances and research. Project Gutenberg eBooks may be modified and printed and given away—you may do practically ANYTHING in the United States with eBooks not protected by U.S. copyright law. Redistribution is subject to the trademark license, especially commercial redistribution. START: FULL LICENSE THE FULL PROJECT GUTENBERG LICENSE PLEASE READ THIS BEFORE YOU DISTRIBUTE OR USE THIS WORK To protect the Project Gutenberg™ mission of promoting the free distribution of electronic works, by using or distributing this work (or any other work associated in any way with the phrase “Project Gutenberg”), you agree to comply with all the terms of the Full Project Gutenberg™ License available with this file or online at www.gutenberg.org/license. Section 1. General Terms of Use and Redistributing Project Gutenberg™ electronic works 1.A. By reading or using any part of this Project Gutenberg™ electronic work, you indicate that you have read, understand, agree to and accept all the terms of this license and intellectual property (trademark/copyright) agreement. If you do not agree to abide by all the terms of this agreement, you must cease using and return or destroy all copies of Project Gutenberg™ electronic works in your possession. If you paid a fee for obtaining a copy of or access to a Project Gutenberg™ electronic work and you do not agree to be bound by the terms of this agreement, you may obtain a refund from the person or entity to whom you paid the fee as set forth in paragraph 1.E.8. 1.B. “Project Gutenberg” is a registered trademark. It may only be used on or associated in any way with an electronic work by people who agree to be bound by the terms of this agreement. There are a few things that you can do with most Project Gutenberg™ electronic works even without complying with the full terms of this agreement. See paragraph 1.C below. There are a lot of things you can do with Project Gutenberg™ electronic works if you follow the terms of this agreement and help preserve free future access to Project Gutenberg™ electronic works. See paragraph 1.E below. 1.C. The Project Gutenberg Literary Archive Foundation (“the Foundation” or PGLAF), owns a compilation copyright in the collection of Project Gutenberg™ electronic works. Nearly all the individual works in the collection are in the public domain in the United States. If an individual work is unprotected by copyright law in the United States and you are located in the United States, we do not claim a right to prevent you from copying, distributing, performing, displaying or creating derivative works based on the work as long as all references to Project Gutenberg are removed. Of course, we hope that you will support the Project Gutenberg™ mission of promoting free access to electronic works by freely sharing Project Gutenberg™ works in compliance with the terms of this agreement for keeping the Project Gutenberg™ name associated with the work. You can easily comply with the terms of this agreement by keeping this work in the same format with its attached full Project Gutenberg™ License when you share it without charge with others. 1.D. The copyright laws of the place where you are located also govern what you can do with this work. Copyright laws in most countries are in a constant state of change. If you are outside the United States, check the laws of your country in addition to the terms of this agreement before downloading, copying, displaying, performing, distributing or creating derivative works based on this work or any other Project Gutenberg™ work. The Foundation makes no representations concerning the copyright status of any work in any country other than the United States. 1.E. Unless you have removed all references to Project Gutenberg: 1.E.1. The following sentence, with active links to, or other immediate access to, the full Project Gutenberg™ License must appear prominently whenever any copy of a Project Gutenberg™ work (any work on which the phrase “Project Gutenberg” appears, or with which the phrase “Project Gutenberg” is associated) is accessed, displayed, performed, viewed, copied or distributed: This eBook is for the use of anyone anywhere in the United States and most other parts of the world at no cost and with almost no restrictions whatsoever. You may copy it, give it away or re-use it under the terms of the Project Gutenberg License included with this eBook or online at www.gutenberg.org. If you are not located in the United States, you will have to check the laws of the country where you are located before using this eBook. 1.E.2. If an individual Project Gutenberg™ electronic work is derived from texts not protected by U.S. copyright law (does not contain a notice indicating that it is posted with permission of the copyright holder), the work can be copied and distributed to anyone in the United States without paying any fees or charges. If you are redistributing or providing access to a work with the phrase “Project Gutenberg” associated with or appearing on the work, you must comply either with the requirements of paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 or obtain permission for the use of the work and the Project Gutenberg™ trademark as set forth in paragraphs 1.E.8 or 1.E.9. 1.E.3. If an individual Project Gutenberg™ electronic work is posted with the permission of the copyright holder, your use and distribution must comply with both paragraphs 1.E.1 through 1.E.7 and any additional terms imposed by the copyright holder. Additional terms will be linked to the Project Gutenberg™ License for all works posted with the permission of the copyright holder found at the beginning of this work. 1.E.4. Do not unlink or detach or remove the full Project Gutenberg™ License terms from this work, or any files containing a part of this work or any other work associated with Project Gutenberg™. 1.E.5. Do not copy, display, perform, distribute or redistribute this electronic work, or any part of this electronic work, without prominently displaying the sentence set forth in paragraph 1.E.1 with active links or immediate access to the full terms of the Project Gutenberg™ License. 1.E.6. You may convert to and distribute this work in any binary, compressed, marked up, nonproprietary or proprietary form, including any word processing or hypertext form. However, if you provide access to or distribute copies of a Project Gutenberg™ work in a format other than “Plain Vanilla ASCII” or other format used in the official version posted on the official Project Gutenberg™ website (www.gutenberg.org), you must, at no additional cost, fee or expense to the user, provide a copy, a means of exporting a copy, or a means of obtaining a copy upon request, of the work in its original “Plain Vanilla ASCII” or other form. Any alternate format must include the full Project Gutenberg™ License as specified in paragraph 1.E.1. 1.E.7. Do not charge a fee for access to, viewing, displaying, performing, copying or distributing any Project Gutenberg™ works unless you comply with paragraph 1.E.8 or 1.E.9. 1.E.8. You may charge a reasonable fee for copies of or providing access to or distributing Project Gutenberg™ electronic works provided that: • You pay a royalty fee of 20% of the gross profits you derive from the use of Project Gutenberg™ works calculated using the method you already use to calculate your applicable taxes. The fee is owed to the owner of the Project Gutenberg™ trademark, but he has agreed to donate royalties under this paragraph to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation. Royalty payments must be paid within 60 days following each date on which you prepare (or are legally required to prepare) your periodic tax returns. Royalty payments should be clearly marked as such and sent to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation at the address specified in Section 4, “Information about donations to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation.” • You provide a full refund of any money paid by a user who notifies you in writing (or by e-mail) within 30 days of receipt that s/he does not agree to the terms of the full Project Gutenberg™ License. You must require such a user to return or destroy all copies of the works possessed in a physical medium and discontinue all use of and all access to other copies of Project Gutenberg™ works. • You provide, in accordance with paragraph 1.F.3, a full refund of any money paid for a work or a replacement copy, if a defect in the electronic work is discovered and reported to you within 90 days of receipt of the work. • You comply with all other terms of this agreement for free distribution of Project Gutenberg™ works. 1.E.9. If you wish to charge a fee or distribute a Project Gutenberg™ electronic work or group of works on different terms than are set forth in this agreement, you must obtain permission in writing from the Project Gutenberg Literary Archive Foundation, the manager of the Project Gutenberg™ trademark. Contact the Foundation as set forth in Section 3 below. 1.F. 1.F.1. Project Gutenberg volunteers and employees expend considerable effort to identify, do copyright research on, transcribe and proofread works not protected by U.S. copyright law in creating the Project Gutenberg™ collection. Despite these efforts, Project Gutenberg™ electronic works, and the medium on which they may be stored, may contain “Defects,” such as, but not limited to, incomplete, inaccurate or corrupt data, transcription errors, a copyright or other intellectual property infringement, a defective or damaged disk or other medium, a computer virus, or computer codes that damage or cannot be read by your equipment. 1.F.2. LIMITED WARRANTY, DISCLAIMER OF DAMAGES - Except for the “Right of Replacement or Refund” described in paragraph 1.F.3, the Project Gutenberg Literary Archive Foundation, the owner of the Project Gutenberg™ trademark, and any other party distributing a Project Gutenberg™ electronic work under this agreement, disclaim all liability to you for damages, costs and expenses, including legal fees. YOU AGREE THAT YOU HAVE NO REMEDIES FOR NEGLIGENCE, STRICT LIABILITY, BREACH OF WARRANTY OR BREACH OF CONTRACT EXCEPT THOSE PROVIDED IN PARAGRAPH 1.F.3. YOU AGREE THAT THE FOUNDATION, THE TRADEMARK OWNER, AND ANY DISTRIBUTOR UNDER THIS AGREEMENT WILL NOT BE LIABLE TO YOU FOR ACTUAL, DIRECT, INDIRECT, CONSEQUENTIAL, PUNITIVE OR INCIDENTAL DAMAGES EVEN IF YOU GIVE NOTICE OF THE POSSIBILITY OF SUCH DAMAGE. 1.F.3. LIMITED RIGHT OF REPLACEMENT OR REFUND - If you discover a defect in this electronic work within 90 days of receiving it, you can receive a refund of the money (if any) you paid for it by sending a written explanation to the person you received the work from. If you received the work on a physical medium, you must return the medium with your written explanation. The person or entity that provided you with the defective work may elect to provide a replacement copy in lieu of a refund. If you received the work electronically, the person or entity providing it to you may choose to give you a second opportunity to receive the work electronically in lieu of a refund. If the second copy is also defective, you may demand a refund in writing without further opportunities to fix the problem. 1.F.4. Except for the limited right of replacement or refund set forth in paragraph 1.F.3, this work is provided to you ‘AS-IS’, WITH NO OTHER WARRANTIES OF ANY KIND, EXPRESS OR IMPLIED, INCLUDING BUT NOT LIMITED TO WARRANTIES OF MERCHANTABILITY OR FITNESS FOR ANY PURPOSE. 1.F.5. Some states do not allow disclaimers of certain implied warranties or the exclusion or limitation of certain types of damages. If any disclaimer or limitation set forth in this agreement violates the law of the state applicable to this agreement, the agreement shall be interpreted to make the maximum disclaimer or limitation permitted by the applicable state law. The invalidity or unenforceability of any provision of this agreement shall not void the remaining provisions. 1.F.6. INDEMNITY - You agree to indemnify and hold the Foundation, the trademark owner, any agent or employee of the Foundation, anyone providing copies of Project Gutenberg™ electronic works in accordance with this agreement, and any volunteers associated with the production, promotion and distribution of Project Gutenberg™ electronic works, harmless from all liability, costs and expenses, including legal fees, that arise directly or indirectly from any of the following which you do or cause to occur: (a) distribution of this or any Project Gutenberg™ work, (b) alteration, modification, or additions or deletions to any Project Gutenberg™ work, and (c) any Defect you cause. Section 2. Information about the Mission of Project Gutenberg™ Project Gutenberg™ is synonymous with the free distribution of electronic works in formats readable by the widest variety of computers including obsolete, old, middle-aged and new computers. It exists because of the efforts of hundreds of volunteers and donations from people in all walks of life. Volunteers and financial support to provide volunteers with the assistance they need are critical to reaching Project Gutenberg™’s goals and ensuring that the Project Gutenberg™ collection will remain freely available for generations to come. In 2001, the Project Gutenberg Literary Archive Foundation was created to provide a secure and permanent future for Project Gutenberg™ and future generations. To learn more about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation and how your efforts and donations can help, see Sections 3 and 4 and the Foundation information page at www.gutenberg.org. Section 3. Information about the Project Gutenberg Literary Archive Foundation The Project Gutenberg Literary Archive Foundation is a non-profit 501(c)(3) educational corporation organized under the laws of the state of Mississippi and granted tax exempt status by the Internal Revenue Service. The Foundation’s EIN or federal tax identification number is 64-6221541. Contributions to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation are tax deductible to the full extent permitted by U.S. federal laws and your state’s laws. The Foundation’s business office is located at 809 North 1500 West, Salt Lake City, UT 84116, (801) 596-1887. Email contact links and up to date contact information can be found at the Foundation’s website and official page at www.gutenberg.org/contact Section 4. Information about Donations to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation Project Gutenberg™ depends upon and cannot survive without widespread public support and donations to carry out its mission of increasing the number of public domain and licensed works that can be freely distributed in machine-readable form accessible by the widest array of equipment including outdated equipment. Many small donations ($1 to $5,000) are particularly important to maintaining tax exempt status with the IRS. The Foundation is committed to complying with the laws regulating charities and charitable donations in all 50 states of the United States. Compliance requirements are not uniform and it takes a considerable effort, much paperwork and many fees to meet and keep up with these requirements. We do not solicit donations in locations where we have not received written confirmation of compliance. To SEND DONATIONS or determine the status of compliance for any particular state visit www.gutenberg.org/donate. While we cannot and do not solicit contributions from states where we have not met the solicitation requirements, we know of no prohibition against accepting unsolicited donations from donors in such states who approach us with offers to donate. International donations are gratefully accepted, but we cannot make any statements concerning tax treatment of donations received from outside the United States. U.S. laws alone swamp our small staff. Please check the Project Gutenberg web pages for current donation methods and addresses. Donations are accepted in a number of other ways including checks, online payments and credit card donations. To donate, please visit: www.gutenberg.org/donate. Section 5. General Information About Project Gutenberg™ electronic works Professor Michael S. Hart was the originator of the Project Gutenberg™ concept of a library of electronic works that could be freely shared with anyone. For forty years, he produced and distributed Project Gutenberg™ eBooks with only a loose network of volunteer support. Project Gutenberg™ eBooks are often created from several printed editions, all of which are confirmed as not protected by copyright in the U.S. unless a copyright notice is included. Thus, we do not necessarily keep eBooks in compliance with any particular paper edition. Most people start at our website which has the main PG search facility: www.gutenberg.org. This website includes information about Project Gutenberg™, including how to make donations to the Project Gutenberg Literary Archive Foundation, how to help produce our new eBooks, and how to subscribe to our email newsletter to hear about new eBooks.